τυροκομεῖα

τυροκομεῖα
τυροκομεῖον
cheese-crate
neut nom/voc/acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ζωοτεχνία — Εφαρμοσμένη βιολογική επιστήμη, η οποία μελετά, κυρίως για οικονομικούς σκοπούς, την τεχνική της αναπαραγωγής και τις μεθόδους βελτίωσης της απόδοσης, της παραγωγικότητας, της εκτροφής και της ορθολογικής χρήσης των κατοικίδιων ζώων. Ανάλογα με… …   Dictionary of Greek

  • Κορσική — (γαλλ. Corse, ιταλ. Corsica). Νησί (8.680 τ. χλμ., 260.196 κάτ. το 1999) της νότιας Ευρώπης, το τέταρτο μεγαλύτερο νησί της Μεσογείου. Διοικητικά αποτελεί διαμέρισμα της Γαλλίας, που διαιρείται σε δύο νομούς, την Άνω Κ. (Haute Corse, με… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”